Πώς αντέδρασαν οι μαθητές όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος του ’40; Οι δάσκαλοι που πανηγύριζαν επειδή θα πάνε στον πόλεμο και η μητέρα που έστειλε 4 παιδιά στο μέτωπο. «Δεν βρέθηκε μια μάνα να πει: πού πάνε τα παιδιά μας»...
Την 28η Οκτωβρίου 1940 τη γνωρίζουμε κατά κύριο λόγο μέσα από βαρετά σχολικά βιβλία, ανούσιες εορτές, άχρωμα κυβερνητικά έγγραφα και επιτηδευμένα κείμενα. Έτσι όμως η ιστορία δεν εντυπώνεται στη μνήμη και δεν χαράσσεται στην καρδιά.
Αναζητήσαμε λοιπόν τους μαθητές εκείνης της περιόδου οι οποίοι μας μίλησαν για μια… πραγματική γιορτή....
Επαμεινώνδας Σπηλιωτόπουλος.
Στις 28 Οκτωβρίου το πρωί σήμαναν οι σειρήνες. Κατάλαβα ότι κάτι συμβαίνει. Φόρεσα τη στολή της ΕΟΝ και πήγα στη Λέσχη των Σκαπανέων στη λεωφόρο Κηφισίας. Εκεί ακούσαμε από το ραδιόφωνο την κήρυξη του πολέμου. Συγκεντρωθήκαμε μερικοί και κατεβήκαμε στο κέντρο της Αθήνας όπου ήδη διαδήλωναν χιλιάδες άνθρωποι. Επιτεθήκαμε και καταστρέψαμε τα γραφεία της ιταλικής αεροπορικής εταιρείας Αl Litoria. Ακόμη έχω ένα μπλοκ εισιτηρίων ως ενθύμιο. Μετά συγκεντρωθήκαμε χιλιάδες κόσμος στην οδό Σταδίου. Από κάποιο μπαλκόνι βγήκε και μας μίλησε ο Μεταξάς. Τραγουδούσαμε εμβατήρια και ζητωκραυγάζαμε συνεχώς. Έκλεισε ο λαιμός μου για μια εβδομάδα. Ο ακαδημαϊκός Επαμεινώνδας Σπηλιωτόπουλος. Συμμετείχε στις πανηγυρικές εκδηλώσεις που ξέσπασαν στην Αθήνα με την κήρυξη του πολέμου.
Δημήτριος Μπίκος.
Θυμάμαι πάρα πολύ καλά εκείνη την ημέρα. Ήμουν μαθητής στη β΄ τάξη του Γυμνασίου στην Κυπαρισσία. Οι καθηγητές μας ενημέρωσαν για την κήρυξη του πολέμου και μας έδιωξαν από το σχολείο. Στον δρόμο της επιστροφής για το σπίτι μου έβλεπα έκδηλη τη χαρά στα πρόσωπα των ανθρώπων που πήγαιναν να πολεμήσουν. Μου έκανε φοβερή εντύπωση. Δεν βρέθηκε μια μάνα να πει: «πού πάνε τα παιδιά μας;» όπως συμβαίνει τώρα.
Δημήτριος Παπαδόπουλος.
Ο πόλεμος με βρήκε μαθητή Γυμνασίου στο χωριό Τοξότες Ξάνθης. Ο πατέρας μου Νικόλαος ήταν πρόεδρος της κοινότητας. Διαθέταμε ένα κοινοτικό ραδιόφωνο, το οποίο ήταν τοποθετημένο σε ένα εστιατόριο. Απ’ εκεί συνδεόταν με μεγάφωνο στην πλατεία του χωριού. Απ’ εκείνο το ραδιόφωνο μάθαμε για τον πόλεμο. Εγώ και οι συμμαθητές μου, ως νέοι τότε, διακατεχόμεθα από μια θετική σκέψη. Πιστεύαμε ότι θα νικήσουμε. Στάθης Τουρνάκης. Το 1940 κατοικούσα στην πλατεία Αμερικής στην οδό Αγίου Μελετίου και Δροσοπούλου. Ήμουν μαθητής στην δ΄ τάξη του Γυμνασίου. Η 28η Οκτωβρίου ήταν πάρα πολύ μεγάλη ημέρα για εμένα. Πήρα πολύ χαρά εκείνη την ημέρα. Επρόκειτο να γράψουμε διαγώνισμα Λατινικών και είχα μεγάλη αγωνία καθώς δεν είχα διαβάσει τίποτα. Κατά τις 07.00 το πρωί ακούστηκαν οι σειρήνες. Σχεδόν ταυτόχρονα μια λέξη κυριάρχησε στον αέρα: «πόλεμος». Πήγαμε στο σχολείο και μας έδιωξαν. Το γλίτωσα το διαγώνισμα. Αρχίσαμε να τρέχουμε στη λεωφόρο Αλεξάνδρας ανεμίζοντας σημαίες. Όλος ο κόσμος ήταν χαρούμενος λες και γινόταν γιορτή και όχι πόλεμος. Δεν ξέρω πως το είχαμε πάρει, αλλά υπήρχε μια βεβαιότητα για τη νίκη.
Ιωάννης Αντωνακέας.
Το καλοκαίρι του 1940 έδινα εξετάσεις για να προβιβαστώ από την γ΄ τάξη του Γυμνασίου στην δ”. Θυμάμαι ότι γράφαμε ένα διαγώνισμα και κάποια στιγμή ο επιβλέπων καθηγητής μας είπε: «Σήμερα εσείς γράφετε διαγώνισμα. Για κοιτάξτε αύριο τι κάνω εγώ;». Μας έδειξε μια ταυτότητα στη φωτογραφία της οποίας φορούσε τη στολή του έφεδρου ανθυπολοχαγού. «Θα παρουσιαστώ στον στρατό αύριο!» μας είπε με υπερηφάνεια και χαρά. Του είχε σταλεί ατομική πρόσκληση. Είχαμε ακούσει ότι καλούντο κλάσεις εφέδρων με ατομικές προσκλήσεις και αυτό το γεγονός επιβεβαίωνε τις φήμες και ενίσχυε την πεποίθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά… Την θυμάμαι την ημέρα εκείνη. Εκείνη την εποχή τα σχολεία λειτουργούσαν και τα Σάββατα μέχρι το μεσημέρι. Το Σάββατο 26 Οκτωβρίου όμως δεν είχαμε μάθημα λόγω της εορτής της σημαίας. Έτσι είχαμε αργία από την Παρασκευή το απόγευμα μέχρι τη Δευτέρα το πρωί. Εγώ είχα παραμελήσει τα μαθήματά μου μέχρι την τελευταία στιγμή με αποτέλεσμα να ξυπνήσω την Δευτέρα 28 Οκτωβρίου στις 06.00 για να γράψω τις ασκήσεις των αρχαίων ελληνικών.
Του αποτυπώθηκε στο μυαλό το σύνθημα «ζήτω ο πόλεμος» Την στιγμή που έγραφα, πρέπει να ήταν λίγο πριν τις 07.00, ακούστηκαν οι σειρήνες. Εν τω μεταξύ, ξύπνησαν και οι δικοί μου. Ανοίξαμε αμέσως το ραδιόφωνο, όμως το πρόγραμμα δεν είχε αρχίσει ακόμη. Ο πατέρας μου είπε: «Δεν πας κάτω να δεις τι συμβαίνει;». Το σπίτι μας τότε ήταν σε μια δεύτερη παράλληλη οδό με τη Πατησίων. Στον δρόμο συνάντησα έναν άνθρωπο και τον ρώτησα τι συμβαίνει. «Πόλεμος» μου λέει. «Τι πόλεμος;» ξαναρωτώ. Τότε με μεγάλη δόση υπερβολής μου είπε: «Η Ελλάδα, η Τουρκία και η Σερβία κήρυξαν τον πόλεμο στη Γερμανία και την Ιταλία». Φθάνοντας στην Πατησίων είδα κόσμο συγκεντρωμένο σε ένα καφενείο. Πλησίασα και είδα να διαβάζουν μια προκήρυξη γενικής επιστράτευσης, η οποία ήταν κολλημένη έξω από το καφενείο. Επέστρεψα σπίτι για να ενημερώσω τους γονείς μου…. Ο πατέρας μου ήταν ενθουσιασμένος. Ευελπιστούσε ότι θα τον καλούσαν στον στρατό. Δεν κλήθηκε όμως, καθώς ήταν σχετικά μεγάλος σε ηλικία. Εκείνη την ημέρα εγώ δεν πήγα σχολείο. Οι συμμαθητές μου όμως που πήγαν, μου διηγήθηκαν τι έγινε. Συγκεντρώθηκαν στο προαύλιο και ένας καθηγητής τους ανακοίνωσε ότι τα σχολεία θα παρέμεναν κλειστά μέχρι νεωτέρας διαταγής. Εγώ κατέβηκα στην Ομόνοια και από εκεί κατευθύνθηκα στο Σύνταγμα. Πέρασα και από τα γραφεία της Αl Litoria. Οργισμένοι πολίτες είχαν σπάσει τις τζαμαρίες και είχαν πετάξει τα έπιπλα από τα παράθυρα. Το κέντρο της πόλης δονείτο από διαδηλώσεις υπέρ του πολέμου. Ακούγονταν πολλά συνθήματα, εκείνο όμως που μου αποτυπώθηκε στο μυαλό ήταν το παράδοξο σύνθημα: «Ζήτω ο πόλεμος».
Ελένη Φραγκιά.
Πριν τον πόλεμο ήμουν υπεύθυνη του 4ου τομέως της ΕΟΝ στην Καστέλα. Μας είχαν δώσει ένα γράμμα με την εντολή να μην το ανοίξουμε παρά μόνο σε περίπτωση πολέμου. Όταν χτύπησαν οι σειρήνες η μάνα μου ένιωσε το σαγόνι της να χτυπά ασυναίσθητα από την αγωνία. Ο αδελφός μου, ο οποίος ήταν επίσης στην ΕΟΝ, θυμήθηκε το γράμμα. Το άνοιξε και έφυγε αμέσως, αφήνοντας τη μάνα μας να χτυπιέται. Το δικό μου γράμμα ανέφερε πως έπρεπε να παρουσιαστώ στο β΄ Γραφείο Αρρένων για αντικατάσταση προσωπικού. Βγήκα στον δρόμο. Ο κόσμος ήταν πολύ ανήσυχος. Τότε έγινα μάρτυρας ενός αξέχαστου περιστατικού. Μια μάνα είχε τέσσερα παλικάρια. Είχαν κληθεί όλα στον στρατό. Ένα ένα έβγαινε από την εξώπορτα. Εκείνη τα σταύρωνε από το μπαλκόνι, μάζευε τα δάκρυά της και έμπαινε πάλι μέσα να ετοιμάσει το επόμενο. Στρατεύσιμοι αναχωρούν για το μέτωπο. Τους αποχαιρετούν οι οικείοι τους, μεταξύ αυτών και πολλά μικρά παιδιά
Αθανάσιος Γιαννόπουλος.
Πρωί πρωί της 28ης Οκτωβρίου στις 06.00 μας ξύπνησαν οι σειρήνες. Επρόκειτο για πολεμικές σειρήνες συναγερμού με τον συνθηματικό ήχο: «Όλοι στα καταφύγια». Όταν η σειρήνα χτυπούσε για τα καταφύγια έκανε χαρακτηριστικό ήχο, σε σχέση με εκείνον που ανήγγειλε το πέρας του κινδύνου. Εμείς όμως αντί για τα καταφύγια ξεχυθήκαμε στους δρόμους να δούμε τι συμβαίνει. Μάθαμε από αστυνομικούς, που περιφέρονταν με ποδήλατα, ότι η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο και πως ιταλικά στρατεύματα επιτίθονταν στην Πίνδο. Ταυτόχρονα το ραδιόφωνο άρχισε να μεταδίδει τις ειδήσεις και να κυκλοφορούν ορισμένα έκτακτα φύλλα εφημερίδων. Ο κόσμος, παρ’ όλες τις παραινέσεις και τις νουθεσίες των αστυνομικών και κάποιων παλαιών στρατιωτικών, δεν πήγαινε στα καταφύγια. Άλλωστε δεν υπήρχαν και καταφύγια. Δεν πήγαινε καν στα σπίτια του. Ήταν ένα παραλήρημα ενθουσιασμού, ένα πανηγύρι μπορώ να πω. Εκείνη την ημέρα γλεντήσαμε όλοι. Χορεύαμε στους δρόμους. Δεν είχες την αίσθηση ότι είχε ξεσπάσει πόλεμος. Νόμιζες ότι συμμετείχες σε ένα μεγάλο πανηγύρι. Τόσο ριζωμένη είχαμε μέσα στην ψυχή μας την εθνική συνείδηση. Ο πόλεμος του 1940 για εμάς ήταν μια μεγάλη γιορτή. Μια ώρα περίπου αργότερα εμφανίστηκε ένα σμήνος ιταλικών αεροπλάνων πάνω από την πρωτεύουσα, σε πολύ μεγάλο ύψος όμως. Άρχισαν τα αντιαεροπορικά να βαράνε από κάτω. Εκεί τότε έγινε ο μεγάλος πανζουρλισμός, πραγματικό γλέντι. Αντί να τρέξουμε στα καταφύγια, ανεβήκαμε στις ταράτσες για να παρακολουθήσουμε τη μονομαχία αντιαεροπορικών-αεροπλάνων. Αψηφούσαμε τα θραύσματα από τα αντιαεροπορικά βλήματα που έσκαγαν στον αέρα και τον κίνδυνο από πιθανό ιταλικό βομβαρδισμό… Εμείς την 28η Οκτωβρίου δεν κρυφθήκαμε, δεν τρέξαμε στα μπακάλικα να τα αδειάσουμε. Που να συγκρίνω εκείνη την ημέρα με το Κυπριακό, το 1974, που έτρεξαν όλοι στα super market και δεν άφησαν ούτε τους ποντικούς από τις αποθήκες.
Συνεντεύξεις: Νίκος Γιαννόπουλος, ιστορικός...
λινκ
Την 28η Οκτωβρίου 1940 τη γνωρίζουμε κατά κύριο λόγο μέσα από βαρετά σχολικά βιβλία, ανούσιες εορτές, άχρωμα κυβερνητικά έγγραφα και επιτηδευμένα κείμενα. Έτσι όμως η ιστορία δεν εντυπώνεται στη μνήμη και δεν χαράσσεται στην καρδιά.
Αναζητήσαμε λοιπόν τους μαθητές εκείνης της περιόδου οι οποίοι μας μίλησαν για μια… πραγματική γιορτή....
Επαμεινώνδας Σπηλιωτόπουλος.
Στις 28 Οκτωβρίου το πρωί σήμαναν οι σειρήνες. Κατάλαβα ότι κάτι συμβαίνει. Φόρεσα τη στολή της ΕΟΝ και πήγα στη Λέσχη των Σκαπανέων στη λεωφόρο Κηφισίας. Εκεί ακούσαμε από το ραδιόφωνο την κήρυξη του πολέμου. Συγκεντρωθήκαμε μερικοί και κατεβήκαμε στο κέντρο της Αθήνας όπου ήδη διαδήλωναν χιλιάδες άνθρωποι. Επιτεθήκαμε και καταστρέψαμε τα γραφεία της ιταλικής αεροπορικής εταιρείας Αl Litoria. Ακόμη έχω ένα μπλοκ εισιτηρίων ως ενθύμιο. Μετά συγκεντρωθήκαμε χιλιάδες κόσμος στην οδό Σταδίου. Από κάποιο μπαλκόνι βγήκε και μας μίλησε ο Μεταξάς. Τραγουδούσαμε εμβατήρια και ζητωκραυγάζαμε συνεχώς. Έκλεισε ο λαιμός μου για μια εβδομάδα. Ο ακαδημαϊκός Επαμεινώνδας Σπηλιωτόπουλος. Συμμετείχε στις πανηγυρικές εκδηλώσεις που ξέσπασαν στην Αθήνα με την κήρυξη του πολέμου.
Δημήτριος Μπίκος.
Θυμάμαι πάρα πολύ καλά εκείνη την ημέρα. Ήμουν μαθητής στη β΄ τάξη του Γυμνασίου στην Κυπαρισσία. Οι καθηγητές μας ενημέρωσαν για την κήρυξη του πολέμου και μας έδιωξαν από το σχολείο. Στον δρόμο της επιστροφής για το σπίτι μου έβλεπα έκδηλη τη χαρά στα πρόσωπα των ανθρώπων που πήγαιναν να πολεμήσουν. Μου έκανε φοβερή εντύπωση. Δεν βρέθηκε μια μάνα να πει: «πού πάνε τα παιδιά μας;» όπως συμβαίνει τώρα.
Δημήτριος Παπαδόπουλος.
Ο πόλεμος με βρήκε μαθητή Γυμνασίου στο χωριό Τοξότες Ξάνθης. Ο πατέρας μου Νικόλαος ήταν πρόεδρος της κοινότητας. Διαθέταμε ένα κοινοτικό ραδιόφωνο, το οποίο ήταν τοποθετημένο σε ένα εστιατόριο. Απ’ εκεί συνδεόταν με μεγάφωνο στην πλατεία του χωριού. Απ’ εκείνο το ραδιόφωνο μάθαμε για τον πόλεμο. Εγώ και οι συμμαθητές μου, ως νέοι τότε, διακατεχόμεθα από μια θετική σκέψη. Πιστεύαμε ότι θα νικήσουμε. Στάθης Τουρνάκης. Το 1940 κατοικούσα στην πλατεία Αμερικής στην οδό Αγίου Μελετίου και Δροσοπούλου. Ήμουν μαθητής στην δ΄ τάξη του Γυμνασίου. Η 28η Οκτωβρίου ήταν πάρα πολύ μεγάλη ημέρα για εμένα. Πήρα πολύ χαρά εκείνη την ημέρα. Επρόκειτο να γράψουμε διαγώνισμα Λατινικών και είχα μεγάλη αγωνία καθώς δεν είχα διαβάσει τίποτα. Κατά τις 07.00 το πρωί ακούστηκαν οι σειρήνες. Σχεδόν ταυτόχρονα μια λέξη κυριάρχησε στον αέρα: «πόλεμος». Πήγαμε στο σχολείο και μας έδιωξαν. Το γλίτωσα το διαγώνισμα. Αρχίσαμε να τρέχουμε στη λεωφόρο Αλεξάνδρας ανεμίζοντας σημαίες. Όλος ο κόσμος ήταν χαρούμενος λες και γινόταν γιορτή και όχι πόλεμος. Δεν ξέρω πως το είχαμε πάρει, αλλά υπήρχε μια βεβαιότητα για τη νίκη.
Ιωάννης Αντωνακέας.
Το καλοκαίρι του 1940 έδινα εξετάσεις για να προβιβαστώ από την γ΄ τάξη του Γυμνασίου στην δ”. Θυμάμαι ότι γράφαμε ένα διαγώνισμα και κάποια στιγμή ο επιβλέπων καθηγητής μας είπε: «Σήμερα εσείς γράφετε διαγώνισμα. Για κοιτάξτε αύριο τι κάνω εγώ;». Μας έδειξε μια ταυτότητα στη φωτογραφία της οποίας φορούσε τη στολή του έφεδρου ανθυπολοχαγού. «Θα παρουσιαστώ στον στρατό αύριο!» μας είπε με υπερηφάνεια και χαρά. Του είχε σταλεί ατομική πρόσκληση. Είχαμε ακούσει ότι καλούντο κλάσεις εφέδρων με ατομικές προσκλήσεις και αυτό το γεγονός επιβεβαίωνε τις φήμες και ενίσχυε την πεποίθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά… Την θυμάμαι την ημέρα εκείνη. Εκείνη την εποχή τα σχολεία λειτουργούσαν και τα Σάββατα μέχρι το μεσημέρι. Το Σάββατο 26 Οκτωβρίου όμως δεν είχαμε μάθημα λόγω της εορτής της σημαίας. Έτσι είχαμε αργία από την Παρασκευή το απόγευμα μέχρι τη Δευτέρα το πρωί. Εγώ είχα παραμελήσει τα μαθήματά μου μέχρι την τελευταία στιγμή με αποτέλεσμα να ξυπνήσω την Δευτέρα 28 Οκτωβρίου στις 06.00 για να γράψω τις ασκήσεις των αρχαίων ελληνικών.
Του αποτυπώθηκε στο μυαλό το σύνθημα «ζήτω ο πόλεμος» Την στιγμή που έγραφα, πρέπει να ήταν λίγο πριν τις 07.00, ακούστηκαν οι σειρήνες. Εν τω μεταξύ, ξύπνησαν και οι δικοί μου. Ανοίξαμε αμέσως το ραδιόφωνο, όμως το πρόγραμμα δεν είχε αρχίσει ακόμη. Ο πατέρας μου είπε: «Δεν πας κάτω να δεις τι συμβαίνει;». Το σπίτι μας τότε ήταν σε μια δεύτερη παράλληλη οδό με τη Πατησίων. Στον δρόμο συνάντησα έναν άνθρωπο και τον ρώτησα τι συμβαίνει. «Πόλεμος» μου λέει. «Τι πόλεμος;» ξαναρωτώ. Τότε με μεγάλη δόση υπερβολής μου είπε: «Η Ελλάδα, η Τουρκία και η Σερβία κήρυξαν τον πόλεμο στη Γερμανία και την Ιταλία». Φθάνοντας στην Πατησίων είδα κόσμο συγκεντρωμένο σε ένα καφενείο. Πλησίασα και είδα να διαβάζουν μια προκήρυξη γενικής επιστράτευσης, η οποία ήταν κολλημένη έξω από το καφενείο. Επέστρεψα σπίτι για να ενημερώσω τους γονείς μου…. Ο πατέρας μου ήταν ενθουσιασμένος. Ευελπιστούσε ότι θα τον καλούσαν στον στρατό. Δεν κλήθηκε όμως, καθώς ήταν σχετικά μεγάλος σε ηλικία. Εκείνη την ημέρα εγώ δεν πήγα σχολείο. Οι συμμαθητές μου όμως που πήγαν, μου διηγήθηκαν τι έγινε. Συγκεντρώθηκαν στο προαύλιο και ένας καθηγητής τους ανακοίνωσε ότι τα σχολεία θα παρέμεναν κλειστά μέχρι νεωτέρας διαταγής. Εγώ κατέβηκα στην Ομόνοια και από εκεί κατευθύνθηκα στο Σύνταγμα. Πέρασα και από τα γραφεία της Αl Litoria. Οργισμένοι πολίτες είχαν σπάσει τις τζαμαρίες και είχαν πετάξει τα έπιπλα από τα παράθυρα. Το κέντρο της πόλης δονείτο από διαδηλώσεις υπέρ του πολέμου. Ακούγονταν πολλά συνθήματα, εκείνο όμως που μου αποτυπώθηκε στο μυαλό ήταν το παράδοξο σύνθημα: «Ζήτω ο πόλεμος».
Ελένη Φραγκιά.
Πριν τον πόλεμο ήμουν υπεύθυνη του 4ου τομέως της ΕΟΝ στην Καστέλα. Μας είχαν δώσει ένα γράμμα με την εντολή να μην το ανοίξουμε παρά μόνο σε περίπτωση πολέμου. Όταν χτύπησαν οι σειρήνες η μάνα μου ένιωσε το σαγόνι της να χτυπά ασυναίσθητα από την αγωνία. Ο αδελφός μου, ο οποίος ήταν επίσης στην ΕΟΝ, θυμήθηκε το γράμμα. Το άνοιξε και έφυγε αμέσως, αφήνοντας τη μάνα μας να χτυπιέται. Το δικό μου γράμμα ανέφερε πως έπρεπε να παρουσιαστώ στο β΄ Γραφείο Αρρένων για αντικατάσταση προσωπικού. Βγήκα στον δρόμο. Ο κόσμος ήταν πολύ ανήσυχος. Τότε έγινα μάρτυρας ενός αξέχαστου περιστατικού. Μια μάνα είχε τέσσερα παλικάρια. Είχαν κληθεί όλα στον στρατό. Ένα ένα έβγαινε από την εξώπορτα. Εκείνη τα σταύρωνε από το μπαλκόνι, μάζευε τα δάκρυά της και έμπαινε πάλι μέσα να ετοιμάσει το επόμενο. Στρατεύσιμοι αναχωρούν για το μέτωπο. Τους αποχαιρετούν οι οικείοι τους, μεταξύ αυτών και πολλά μικρά παιδιά
Αθανάσιος Γιαννόπουλος.
Πρωί πρωί της 28ης Οκτωβρίου στις 06.00 μας ξύπνησαν οι σειρήνες. Επρόκειτο για πολεμικές σειρήνες συναγερμού με τον συνθηματικό ήχο: «Όλοι στα καταφύγια». Όταν η σειρήνα χτυπούσε για τα καταφύγια έκανε χαρακτηριστικό ήχο, σε σχέση με εκείνον που ανήγγειλε το πέρας του κινδύνου. Εμείς όμως αντί για τα καταφύγια ξεχυθήκαμε στους δρόμους να δούμε τι συμβαίνει. Μάθαμε από αστυνομικούς, που περιφέρονταν με ποδήλατα, ότι η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο και πως ιταλικά στρατεύματα επιτίθονταν στην Πίνδο. Ταυτόχρονα το ραδιόφωνο άρχισε να μεταδίδει τις ειδήσεις και να κυκλοφορούν ορισμένα έκτακτα φύλλα εφημερίδων. Ο κόσμος, παρ’ όλες τις παραινέσεις και τις νουθεσίες των αστυνομικών και κάποιων παλαιών στρατιωτικών, δεν πήγαινε στα καταφύγια. Άλλωστε δεν υπήρχαν και καταφύγια. Δεν πήγαινε καν στα σπίτια του. Ήταν ένα παραλήρημα ενθουσιασμού, ένα πανηγύρι μπορώ να πω. Εκείνη την ημέρα γλεντήσαμε όλοι. Χορεύαμε στους δρόμους. Δεν είχες την αίσθηση ότι είχε ξεσπάσει πόλεμος. Νόμιζες ότι συμμετείχες σε ένα μεγάλο πανηγύρι. Τόσο ριζωμένη είχαμε μέσα στην ψυχή μας την εθνική συνείδηση. Ο πόλεμος του 1940 για εμάς ήταν μια μεγάλη γιορτή. Μια ώρα περίπου αργότερα εμφανίστηκε ένα σμήνος ιταλικών αεροπλάνων πάνω από την πρωτεύουσα, σε πολύ μεγάλο ύψος όμως. Άρχισαν τα αντιαεροπορικά να βαράνε από κάτω. Εκεί τότε έγινε ο μεγάλος πανζουρλισμός, πραγματικό γλέντι. Αντί να τρέξουμε στα καταφύγια, ανεβήκαμε στις ταράτσες για να παρακολουθήσουμε τη μονομαχία αντιαεροπορικών-αεροπλάνων. Αψηφούσαμε τα θραύσματα από τα αντιαεροπορικά βλήματα που έσκαγαν στον αέρα και τον κίνδυνο από πιθανό ιταλικό βομβαρδισμό… Εμείς την 28η Οκτωβρίου δεν κρυφθήκαμε, δεν τρέξαμε στα μπακάλικα να τα αδειάσουμε. Που να συγκρίνω εκείνη την ημέρα με το Κυπριακό, το 1974, που έτρεξαν όλοι στα super market και δεν άφησαν ούτε τους ποντικούς από τις αποθήκες.
Συνεντεύξεις: Νίκος Γιαννόπουλος, ιστορικός...
λινκ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Όλα τα σχόλια είναι ευπρόσδεκτα. Εκτός από τα υβριστικά. Οσα σχόλια περιέχουν ονόματα θα σβήνονται άμεσα. Μην κάνετε το κόπο να γράφετε υβριστικά σχόλια για συγχωριανούς μας.